Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 9 Αυγούστου 2020 – Η κατάπαυση της τρικυμίας

332

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (Ματθ. ιδ΄ 22-34)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. Τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. Τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. Εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. Ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα· Ὁ δὲ εἶπεν, Ἐλθέ. Καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. Βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. Εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; Καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος. Οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

Μετάφραση

Ο Κύριος ζήτησε από τους μαθητές του να περάσουν με το πλοίο στο απέναντι μέρος της λίμνης· και ο ίδιος ανέβηκε στο βουνό για να προσευχηθεί μόνος του. Μόλις όμως έπεσε η νύκτα βαθιά, το πλοίο των μαθητών είχε προχωρήσει καταμεσής στη λίμνη και κλυδωνιζόταν από τα άγρια κύματα. Λίγο πριν ξημερώσει, οι μαθητές ταλαιπωρημένοι από την φοβερή τρικυμία, είδαν μέσα στο σκοτάδι τρομοκρατημένοι μια ανθρώπινη μορφή να πλησιάζει προς αυτούς, περπατώντας πάνω στα κύματα, σαν φάντασμα. Και από το φόβο τους έβγαλαν κραυγές αγωνίας. Αμέσως όμως άκουσαν την φωνή του Κυρίου να τους λέγει: «Θαρσεῖτε» Έχετε θάρρος. «Εγώ ειμί». «Μη φοβεῖσθε».

Μέσα στον τρόμο της τρικυμίας ο Πέτρος φώναξε: Κύριε, εάν είσαι συ, δώσε μου την εντολή να έλθω κοντά σου. Και μόλις ο Κύριος τον κάλεσε, κατέβηκε από το πλοίο ο Πέτρος κι άρχισε να περπατά πάνω στα νερά. Όταν όμως κάποια στιγμή κοίταξε τον άνεμο που ήταν πολύ δυνατός, φοβήθηκε, άρχισε να βουλιάζει κι κραύγασε δυνατά: Κύριε, σώσε με, θα πνιγώ! Γιατί όμως συνέβη αυτό; Ο Πέτρος που δεν φοβήθηκε τον μεγαλύτερο κίνδυνο, να περπατήσει πάνω στη θάλασσα, τώρα φοβάται τον μικρότερο, τον άνεμο, μην τον ρίξει κάτω; Και ενώ ήταν ψαράς και καλός κολυμβητής;

Ο Πέτρος φοβήθηκε, διότι ήταν πιο ισχυρή μέσα του η ολιγοπιστία και ο δισταγμός. Γι’ αυτό και ο Κύριος δεν επιτιμά τον άνεμο, αλλά τον Πέτρο που ολιγοπίστησε. Για να του δείξει ότι δεν τον κατανίκησε η μανιασμένη ορμή του ανέμου, αλλά η τρεμάμενη πίστη του. Εάν δεν ασθενούσε η πίστη του θα μπορούσε πολύ εύκολα να στέκεται ολόρθος αντιμέτωπος με τον άνεμο. Διότι ο Κύριος που τον ενίσχυσε να περπατά πάνω στα κύματα, θα τον ενίσχυε να μένει ασάλευτος και στην βία του ανέμου.

Και μόλις ανέβηκαν στο καΐκι κόπασε ο άνεμος. Τότε όσοι ήταν στο καΐκι ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας: «Αληθινά, είσαι ο Υιός του Θεού!» Αφού διέσχισαν τη λίμνη, ήρθαν στην περιοχή της Γεννησαρέτ.

Έτσι συμβαίνει συχνά και στη δική μας ζωή. Ενώ με τη χάρη του Θεού υπερπηδούμε μεγάλα εμπόδια και ξεπερνούμε φοβερές δυσκολίες, τα χάνουμε στα μικρότερα και ευκολότερα. Διότι είμαστε ολιγόπιστοι. Και έρχεται ο Κύριος να μας ελέγξει και να μας πει πώς δεν φταίνε οι τρικυμίες και οι άνεμοι της ζωής μας, αλλά η δική μας ολιγοπιστία. Στα μικρά λοιπόν αλλά και τα μεγάλα κύματα και προβλήματα της ζωής μας, αναγνωρίζοντας την ολιγοπιστία μας ας κραυγάζουμε με θέρμη στον Κύριο: «Κύριε, σώσον με». Και ο Κύριος θα μας πιάνει από το χέρι και θα μας ενισχύει στην πορεία μας και θα μας κρατά ολόρθους πάνω απ’ τα κύματα.