Η Αγία και Μεγάλη Πέμπτη – Ο Μυστικός Δείπνος – Η προδοσία του Ιούδα

181

«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…» 

“Τὴ Aγία καὶ Mεγάλη Πέμπτη, οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι θεῖοι Πατέρες, ἀλληλοδιαδόχως ἔκ τε τῶν θείων Ἀποστόλων, καὶ τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων, παραδεδώκασιν ἡμῖν τέσσαρά τινα ἑορτάζειν, τὸν ἱερὸν Νιπτήρα, τὸν μυστικὸν Δεῖπνον (δηλαδὴ τὴν παράδοσιν τῶν καθ’ ἡμᾶς φρικτῶν Μυστηρίων), τὴν ὑπερφυὰ Προσευχήν, καὶ τὴν Προδοσίαν αὐτήν”.

Μεγάλη Πέμπτη, η τέταρτη ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας. Οι καμπάνες χτυπούν το βράδυ πένθιμα σε όλη τη χώρα, αλλά και σε κάθε ορθόδοξη εκκλησία. H Εκκλησία θυμάται τον Μυστικό Δείπνο. Το Θείο Δράμα κορυφώνεται και η υμνογραφία της ημέρας είναι σχετική με τα Πάθη του Χριστού, τη Σταύρωση και το θάνατό Του.

Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και πλένει τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σε όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: “όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος από όλους”.

Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ’ όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε.

Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιούδα και τον υπέδειξε.

Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: “Λάβετε φάγετε”. Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: “Πιέστε από αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε”. Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει.

Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι και ανέβηκαν στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεί μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.

Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.

Εν τω μεταξύ ο  διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πει εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από εκεί και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωί.

Τη Μεγάλη Πέμπτη, όταν τη νύχτα διαβάζονται τα δώδεκα Ευαγγέλια και γίνεται η τελετή της Σταύρωσης του Χριστού, η συγκίνηση της ανθρώπινης ψυχής για το θείο δράμα κορυφώνεται. Ψάλλεται ο όρθρος της Μεγάλης Παρασκευής και διαβάζονται τα 12 Ευαγγέλια.

Εν περιλήψει τα 12 Ευαγγέλια Τελευταίες νουθεσίες του Ιησού στους μαθητές του… «Αγαπάτε Αλλήλους». Ο τελευταίος αποχαιρετισμός. Προσευχή του Ιησού. Προδοσία του από τον Ιούδα. Σύλληψη του Ιησού και μεταφορά του «Από τον Άννα στον Καϊάφα». Δίκη του Ιησού από τους Αρχιερείς. Άρνηση Πέτρου («Πριν αλέκτορα φωνήσαι, τρις απαρνήση με»). Ο Ιησούς ενώπιον του Πιλάτου, στο Πραιτώριο. Προσπάθεια του Πιλάτου να απελευθερώσει τον Κύριο, αλλά εμπρός στην αποφασιστικότητα των Φαρισαίων υποχωρεί. «Βαραβάν ή Χριστόν;» Ο Πιλάτος «Νίπτει τας χείρας του». Ο Ιούδας μεταμελείται και επιστρέφει τα «τριάκοντα αργύρια» στους Αρχιερείς, οι οποίοι τα έβαλαν στον «Κορβανά» (ταμείο του Ναού). Απαγχονισμός Ιούδα. Πορεία του Ιησού προς τον Γολγοθά και Σταύρωσή του με δύο ληστές. Ο Ιησούς αφήνει το πνεύμα επί του Σταυρού. Μεταμέλεια του ενός ληστή, που ζητά από τον Κύριο να τον θυμηθεί στη βασιλεία των Ουρανών. Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ζητά από τον Πιλάτο το Σώμα του για να το θάψει. Ταφή του Ιησού και σφράγιση του Τάφου του από τους Αρχιερείς και Φαρισαίους.

Ανάμεσα στο 5ο και 6ο Ευαγγέλιο, ψάλλεται το αντίφωνο «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…» και ο Εσταυρωμένος λιτανεύεται από τους ιερείς. Σε πολλά μέρη, γυναίκες και κορίτσια, διανυκτερεύουν στην εκκλησία, «φυλάγουν και μοιρολογούν το Χριστό» όπως συνηθίζουν να κάνουν για κάθε αγαπημένο τους νεκρό.

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.