Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 2 Φεβρουαρίου 2020 – Υπαπαντή του Κυρίου

361

Το Ευαγγέλιο Κατά Λουκάν (β΄ 22-40)   

Τῷ καιρῷ εκείνω, ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωυσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται, καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νόμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν.
Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.
Καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ. Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί.
Καὶ ἦν Ἄννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα ἔτη μετὰ ἀνδρὸς ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς, καὶ αὐτὴ χήρα ὡς ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν· καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ.
Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ. Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καὶ χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ᾿ αὐτό.

Απόδοση στη νεοελληνική: 

Τον καιρό εκείνο, όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού, σύμφωνα προς τον Μωσαϊκόν νόμον, έφεραν τον Ιησού εις τα Ιεροσόλυμα, δια να τον παρουσιάσουν εις τον Κύριον, όπως είναι γραμμένο εις τον νόμον του Κυρίου, ότι Κάθε αρσενικόν που ανοίγει την μήτρα της μητέρας του, πρέπει να θεωρηθεί ως αφιερωμένο εις τον Κύριον και να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα προς εκείνο που λέγει ο νόμος του Κυρίου: Ένα ζεύγος τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Υπήρχε εις τα Ιεροσόλυμα άνθρωπος που ονομαζόταν Συμεών, και ο άνθρωπος αυτός ήτο δίκαιος και ευλαβής και περίμενε την παρηγορία του Ισραήλ και Πνεύμα Άγιον ήτο επάνω του. Και του είχε προφητευθεί από το Πνεύμα το Άγιον ότι δεν θα ιδεί θάνατον πριν δει τον Χριστόν του Κυρίου. Και ήλθε κατ’ έμπνευσιν του Πνεύματος εις τον ναόν. Και όταν οι γονείς έφεραν το παιδί Ιησού δια να εκτελέσουν δι’ αυτόν τα έθιμα του νόμου, αυτός τότε το δέχθηκε στην αγκαλιά του και ευλόγησε τον Θεόν και είπε: «Τώρα απολύεις, Δέσποτα, τον δούλο σου εν ειρήνη σύμφωνα με τον λόγον σου, διότι είδα με τα μάτια μου την σωτηρίαν σου που ετοίμασες δι’ όλους τους λαούς, ένα φως που θα είναι αποκάλυψις δια τοις εθνικούς και δόξα δια τον λαόν σου τον Ισραήλ».
Και θαύμαζαν ο Ιωσήφ και η μητέρα του γιε όσα ελέγοντο δι’ αυτόν. Και ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε εις την Μαριάμ, την μητέρα του, «Αυτός είναι προορισμένος δια την πτώσιν και ανύψωσιν πολλών μεταξύ του Ισραήλ και ως σημείον δια το οποίον θα υπάρχει αντιλογία, δια να φανερωθούν οι σκέψεις πολλών καρδιών, και την ιδικήν σου ψυχήν επίσης θα διαπεράσει ρομφαία».
Εκεί ήταν και κάποια προφήτις Άννα, θυγατέρα του Φανουήλ, από την φυλήν του Ασήρ. Ήτο πολύ προχωρημένης ηλικίας, και είχε ζήσει επτά χρόνια με τον άνδρα της μετά τον γάμο της και κατόπιν ως χήρα μέχρι ηλικίας ογδόντα τεσσάρων ετών. Δεν απεμακρύνονταν από τον ναόν αλλά λάτρευε τον Θεό με νηστείας και προσευχές νύχτα και ημέραν. Κατ’ εκείνην ακριβώς την ώραν παρουσιάσθηκε και δοξολογούσε τον Θεό και μιλούσε δια το παιδί εις όλους, όσοι ανέμεναν λύτρωση της Ιερουσαλήμ.
Και όταν έκαναν όλα, όσα όριζε ο νόμος του Κυρίου, γύρισαν εις την Γαλιλαία, εις την πόλιν τους Ναζαρέτ. Το δε παιδί μεγάλωνε και δυνάμωνε κατά το πνεύμα επειδή γέμιζε από σοφία και η χάρις του Θεού ήτο επάνω του.